Οι αλλαγές στα επαγγελματικά δικαιώματα και η απαξίωση των διπλωματούχων Πολιτικών Μηχανικών

Προς την επιτροπή επαγγελματικών δικαιωμάτων
της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών ΕΜΠ
Με αφορμή το υπόμνημα που στείλατε προς την επιτροπή ανταγωνισμού θα θέλαμε να κάνουμε ορισμένες επισημάνσεις και να σας γνωρίσουμε τις αλλαγές που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στο νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τα επαγγελματικά δικαιώματα (από το 2011 και μετά) που οδηγούν σταδιακά την ειδικότητα του Πολιτικού Μηχανικού προς την απαξίωση.
Το χρονικό της απαξίωσης των Διπλωματούχων Πολιτικών Μηχανικών
Με το νόμο 4030/11 (άρθρο 8) αφαιρέθηκε αναδρομικά από την ειδικότητά μας το δικαίωμα εκπόνησης αρχιτεκτονικής μελέτης σε παραδοσιακό οικισμό, παραδοσιακό ή ιστορικό τμήμα πόλης, οικιστικό σύνολο που έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, καθώς και κηρυγμένα διατηρητέα κτήρια ή νεότερα μνημεία. Έκτοτε, έγινε προσπάθεια με τροπολογία (που τελικά δεν ψηφίστηκε χάρη στην αντίδραση συναδέλφων την τελευταία στιγμή τον Αύγουστο του 2013 σε θερινό τμήμα της βουλής) να αφαιρεθεί το δικαίωμα εκπόνησης μελέτης και στα ειδικά κτήρια (ακόμα και για αποθήκες!), ενώ τον Οκτώβριο του 2013 με Υ.Α. (55174/13-ΦΕΚ2605/Β/15-10-13) αφαιρέθηκε και το δικαίωμα υπογραφής για εργασίες μικρής κλίμακας στις περιοχές που όριζε ο Ν 4030/11 και σε αυτές προστέθηκαν και οι αρχαιολογικοί χώροι. Επισημαίνουμε ότι οι περιοχές αυτές καλύπτουν πολύ μεγάλο ποσοστό της επικράτειας και σε περιπτώσεις περιλαμβάνουν στο σύνολο τους εγκεκριμένα σχέδια πόλεων. Ταυτόχρονα, δίνεται πλέον η δυνατότητα αφαίρεσης επαγγελματικών δικαιωμάτων σε περιοχές, με αποφάσεις του υπουργείου πολιτισμού.
Κοντολογίς, αυτή τη στιγμή με βάση το πρόσφατο νομοθετικό πλαίσιο σε πολλές περιοχές της χώρας και πρωτεύουσες/πόλεις νομών δεν μπορούμε να υπογράψουμε ούτε για εργασίες μιας απλής περίφραξης οικοπέδου ή εσωτερικών διαρρυθμίσεων, όπως π.χ. τοποθέτηση γυψοσανίδας ή καθαίρεση τοίχου σε διαμέρισμα πολυκατοικίας (προσοχή, όχι μόνο διατηρητέου κτηρίου αλλά και σε κτήρια πολυκατοικιών!).
Εμπεδώνεται δηλαδή σταδιακά στη συνείδηση των πολιτών πως η ειδικότητά μας είναι αναρμόδια ακόμα και για τις απλούστερες των επεμβάσεων στα κτήρια.
Σημειωτέον ότι ο Ν4030/11 ψηφίστηκε σε συνθήκες πολιτικής αστάθειας, αιφνιδιαστικά και χωρίς καμία διαβούλευση, επί υπουργίας Ν. Σηφουνάκη σε μία βουλή υπό διάλυση, μετά την παραίτηση του τότε πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου και πριν αναλάβει ο Λ. Παπαδήμος. Με αυτό το νόμο ως αφετηρία, γίνονται προσπάθειες έκτοτε συστηματικά, να αφαιρεθεί πλήρως το δικαίωμα εκπόνησης αρχιτεκτονικών μελετών από την ειδικότητα του Πολιτικού Μηχανικού.
Παράλληλα, γίνεται προσπάθεια να αφαιρεθεί και το δικαίωμα σύνταξης εξαρτημένων τοπογραφικών διαγραμμάτων (δλδ. τοπογραφικών με συντεταγμένες στο Ελληνικό Γεωδαιτικό Σύστημα Αναφοράς (ΕΓΣΑ ’87), μια πολύ απλή εργασία με τα σύγχρονα συστήματα μέτρησης – γεωδαιτικά gps διπλής συχνότητας, hepos κλπ).
Συνεπώς, αν συνεχιστεί αυτή η πορεία, η Σχολή μας δεν θα πορίζει ουσιαστικά επαγγελματικά δικαιώματα για τα απλά ιδιωτικά έργα. Αυτό, διότι ο όγκος εργασιών ενός τεχνικού γραφείου σε ποσοστό 90 – 95% περίπου, αφορά σε πολεοδομικές και αρχιτεκτονικές εφαρμογές και τοπογραφικές αποτυπώσεις. Οι στατικές μελέτες σε ιδιωτικά έργα δυστυχώς έχουν περιοριστεί δραματικά λόγω της μεγάλης πτώσης της οικοδομικής δραστηριότητας.
Ένα πολύ σημαντικό γεγονός που δεν έχει τονισθεί επαρκώς στις «διαβουλεύσεις» περί ανταγωνισμού και επαγγελματικών δικαιωμάτων είναι πως η ειδικότητα των Πολιτικών Μηχανικών είναι η πολυπληθέστερη ειδικότητα με πολύ μεγάλη διαφορά (30.000 διπλωματούχοι μέλη ΤΕΕ και παράλληλα έχουμε πλέον και μεγάλο πλήθος αποφοίτων από τα ΤΕΙ – σύνολο δηλαδή περίπου 50.000). Αντίθετα, οι Τοπογράφοι Μηχανικοί αριθμούν περίπου 6.000 και οι Αρχιτέκτονες 18.000 εγγεγραμμένα μέλη στο ΤΕΕ (χωρίς να υπάρχει αντίστοιχο ΤΕΙ αρχιτεκτονικής). Επομένως, αν τα επαγγελματικά δικαιώματα της ειδικότητας του Πολιτικού Μηχανικού συρρικνωθούν περαιτέρω, με βάση το νόμο της προσφοράς και ζήτησης, το δίπλωμα του Πολιτικού Μηχανικού δε θα έχει πλέον κανένα απολύτως αντίκρισμα στην αγορά εργασίας. Η μεγάλη δύναμη του διπλώματος του Πολιτικού Μηχανικού ήταν οι πολλές δυνατότητες που έδινε. Όλοι βεβαίως εξειδικευθήκαμε σε συγκεκριμένο τομέα, αλλά είχαμε δυνατότητα επιλογής και ευελιξίας στην αγορά εργασίας.
Για να μην αδικούμε κανέναν, θεωρούμε σωστό να ασχολούνται με ορισμένα πολύ εξειδικευμένα θέματα, όπως π.χ. τα διατηρητέα κτήρια/μνημεία συνάδελφοι που διαθέτουν αντίστοιχη αποδεδειγμένη τεχνογνωσία. Όμως τελικά, οι νόμοι που έχουν ψηφιστεί μέχρι στιγμής, χρησιμοποιώντας προσχηματικά επιχειρήματα, αφορούν πολύ μεγάλο εύρος περιπτώσεων και κυρίως τις πολύ απλές και συνήθεις, ενώ έχουν θεσμοθετηθεί δια νόμου πλέον (Ν.4030/11) και άλλα συνδικαλιστικά αιτήματα ειδικοτήτων όπως του κύριου μελετητή/επιβλέποντα των κτηριακών έργων θέτοντας την ειδικότητά μας στο περιθώριο.
(κύριος μελετητής θεωρείται αυτός που εκπονεί την αρχιτεκτονική μελέτη)
(σημείωση: αναφορικά με τις μελέτες κτηριακών έργων, κατά την έκδοση οικοδομικών αδειών οι μελέτες χρονικού προγραμματισμού και προμέτρησης/προϋπολογισμού αντιμετωπίζονται ως τμήμα της αρχιτεκτονικής μελέτης)
Επισημάνσεις σε σχέση με το υπόμνημα της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών
Στο υπόμνημα επισημαίνεται η διαφοροποίηση απονομής επαγγελματικών δικαιωμάτων μεταξύ ιδιωτικών και δημοσίων έργων και προτείνεται η άρση της. Εδώ πρέπει να αναφερθεί πως τα ιδιωτικά έργα στη συντριπτική πλειοψηφία τους ως προς την πολυπλοκότητα κατατάσσονται στα «συνήθη» και είναι έργα πολύ μικρότερης κλίμακας σε σχέση με τα δημόσια. Επομένως ο διαχωρισμός στα έργα πρέπει να γίνεται ως προς τη φύση και την πολυπλοκότητά τους και όχι βάσει της προέλευσης των κεφαλαίων ή τον ιδιωτικό ή δημόσιο χαρακτήρα τους.
Θεωρούμε βασική έλλειψη του υπομνήματος το γεγονός πως δεν υπογραμμίζεται η ιδιαιτερότητα της χώρας μας ως προς τη σεισμική επικινδυνότητα και την ανάγκη ορθολογικού αρχιτεκτονικού σχεδιασμού για λόγους ασφάλειας και δημοσίου συμφέροντος, γεγονός που μπορεί να είναι εφικτό μόνο εφόσον ο μελετητής έχει καλή γνώση των σχετικών επιστημονικών πεδίων.
Στο υπόμνημα αναφέρονται επιμέρους προβλήματα επαγγελματικών δικαιωμάτων και γίνονται προτάσεις γενικού χαρακτήρα.
Α. Ως πρώτο αναφέρεται ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός και προτείνεται η εκπόνηση των μελετών σε ειδικά σύνθετα κτήρια αποκλειστικά από αρχιτέκτονες. Ουσιαστικά επανέρχεται ένα αίτημα του συνδικαλιστικού φορέα των αρχιτεκτόνων αυτή τη φορά από τη σχολή μας, χωρίς να τονίζεται επαρκώς πως η αγορά διαθέτει ικανότητα αυτορρύθμισης, και στην πράξη στα πολύπλοκα κτηριακά έργα ούτως ή άλλως οι μελέτες εκπονούνται από πολυμελείς ομάδες μηχανικών όλων των ειδικοτήτων.
Β. Στο θέμα των τοπογραφικών αποτυπώσεων προτείνονται γενικά και αόριστα οι μελέτες ανώτερης γεωδαισίας ως αποκλειστική δραστηριότητα των τοπογράφων, χωρίς να γίνεται καμία απολύτως αναφορά στα σύγχρονα συστήματα/μεθόδους μέτρησης και χωρίς να ξεκαθαρίζεται το είδος μελετών αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο αφαίρεσης ακόμα και του δικαιώματος σύνταξης ενός απλού εξαρτημένου τοπογραφικού διαγράμματος ή μιας χάραξης με συντεταγμένες στο ΕΓΣΑ ’87. (Βάσει των τελευταίων νόμων όλα τα τοπογραφικά είναι πλέον εξαρτημένα.)
Τέλος, προτείνονται ως αποκλειστικές δραστηριότητες πολιτικού μηχανικού τα γεωτεχνικά έργα, τα συγκοινωνιακά και υδραυλικά μεγάλης κλίμακας και ο προγραμματισμός και η διαχείριση τεχνικών έργων. Δηλαδή αντικείμενα που σχετίζονται σχεδόν αποκλειστικά με δημόσια έργα.
Κοντολογίς, προτείνεται συρρίκνωση επαγγελματικών δικαιωμάτων στα ιδιωτικά έργα (η οποία ενδέχεται να είναι ευρεία), τα οποία αποτελούν την πλειοψηφία των έργων και ταυτόχρονα αποκλειστικότητα σε εξειδικευμένα ή μεγάλα έργα. Αναφέρονται δε τομείς που αφορούν ελάχιστο ποσοστό συναδέλφων και περιορισμένο επιστημονικό αντικείμενο. Με άλλα λόγια προτείνεται ο νέος Πολιτικός Μηχανικός να καταταχθεί σε κατηγορία ειδικότητας περιορισμένου εύρους όπως γίνεται με αποφοίτους αμφιβόλου ποιότητας πανεπιστημίων του εξωτερικού.
Για να μην πλατειάζουμε άλλο, αυτό που επί της ουσίας θεωρούμε ως διακύβευμα, παρακολουθώντας τις εξελίξεις στο θέμα των επαγγελματικών δικαιωμάτων είναι η πλήρης απαξίωση της ειδικότητας και των σχολών Πολιτικών Μηχανικών και η δραματική υποβάθμιση του ρόλου μας στα ιδιωτικά έργα.
Πιστεύουμε πως η Σχολή Πολιτικών Μηχανικών πρέπει να υπερασπιστεί την ειδικότητα με σαφέστερο και ξεκάθαρο τρόπο. Δεν επιθυμούμε τη συρρίκνωση επαγγελματικών δικαιωμάτων για καμία ειδικότητα, αλλά δε θέλουμε σε καμία περίπτωση να τεθεί η δική μας στο περιθώριο και να βρεθεί ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό συναδέλφων στην ανεργία. Δεν είναι δυνατόν γενεές Πολιτικών Μηχανικών να έχουν εκπονήσει τις μελέτες όλων των μεγάλων οικοδομικών έργων της χώρας, και ο νέος επιστήμονας να μην μπορεί να εκπονήσει για παράδειγμα μελέτη ανέγερσης ισογείου κτηρίου γραφείων (ή να χρειάζεται 15 έτη εμπειρία για αυτό). Τούτο όπως καταλαβαίνετε δεν αντέχει σε οποιουδήποτε είδους κριτική.
Η αρχιτεκτονική μελέτη πρέπει να παραμείνει ως μία από τις δραστηριότητες του Πολιτικού Μηχανικού προκειμένου να έχουν και οι απόφοιτοι της Σχολής μας τη δυνατότητα εργασίας στο ελεύθερο επάγγελμα, ισότιμα με τους απόφοιτους των άλλων ειδικοτήτων. Για το σκοπό αυτό, προτείνουμε την προσθήκη στο πρόγραμμα σπουδών, ενός επιπλέον υποχρεωτικού μαθήματος αρχιτεκτονικής σύνθεσης και ενός κατ’ επιλογή υποχρεωτικού ιστορίας της τέχνης. Με αυτόν τον τρόπο θα αποδυναμωθεί το επιχείρημα έλλειψης γνωστικού υπόβαθρου στο σχετικό αντικείμενο, χωρίς να γίνει ουσιαστική αλλοίωση του προγράμματος σπουδών της Σχολής μας (το πρόγραμμα σπουδών της Σχολής όπως το θυμόμαστε είχε 65 μαθήματα περίπου + διπλωματική εργασία) και θα σταματήσει οριστικά η συκοφάντηση και απαξίωση της ειδικότητας του Πολιτικού Μηχανικού σε σχέση με τη μελέτη κτηριακών έργων.
Σε σχέση με τις τοπογραφικές αποτυπώσεις οι γνώσεις που παρέχονται στα σχετικά μαθήματα της Σχολής μας είναι αναμφισβήτητα υπεραρκετές.
Επίσης, όσον αφορά τον τρόπο απονομής επαγγελματικών δικαιωμάτων, θα πρέπει να δούμε με ιδιαίτερη προσοχή το σύστημα με τις εξετάσεις, ώστε να μην εκφυλλισθεί σε μέθοδο συνεχών πιστοποιήσεων. Ο Έλληνας Πολιτικός Μηχανικός είναι αποδεδειγμένα μια σεβαστή επιστημονική οντότητα που δεν έχει ανάγκη τη συνεχή επιβεβαίωση της επάρκειάς του.
Τέλος, αναρωτιόμαστε τι προτείνεται από την επιτροπή ανταγωνισμού για Μηχανικούς με πολυετή εμπειρία που έχουν εκπονήσει μελέτες για δεκάδες ιδιωτικά κτήρια ή άλλα συναφή έργα. Ό,τι έκαναν ως τώρα ήταν καλώς καμωμένο και από εδώ και πέρα στερούνται πλέον των δικαιωμάτων τους ή εξακολουθούν να διατηρούν τα κεκτημένα, ενώ οι νέοι Πολιτικοί Μηχανικοί, ειρήσθω εν παρόδω σε περιόδους οικονομικής κρίσης, θα πρέπει να αναζητούν συνεργασία (με επαχθείς φυσικά όρους) με μεγάλα Αρχιτεκτονικά γραφεία, και τα πενιχρότατα εισοδήματα τους να τα καταθέτουν στα ταμεία φορέων πιστοποίησης;
της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών ΕΜΠ
Με αφορμή το υπόμνημα που στείλατε προς την επιτροπή ανταγωνισμού θα θέλαμε να κάνουμε ορισμένες επισημάνσεις και να σας γνωρίσουμε τις αλλαγές που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια στο νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τα επαγγελματικά δικαιώματα (από το 2011 και μετά) που οδηγούν σταδιακά την ειδικότητα του Πολιτικού Μηχανικού προς την απαξίωση.
Το χρονικό της απαξίωσης των Διπλωματούχων Πολιτικών Μηχανικών
Με το νόμο 4030/11 (άρθρο 8) αφαιρέθηκε αναδρομικά από την ειδικότητά μας το δικαίωμα εκπόνησης αρχιτεκτονικής μελέτης σε παραδοσιακό οικισμό, παραδοσιακό ή ιστορικό τμήμα πόλης, οικιστικό σύνολο που έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, καθώς και κηρυγμένα διατηρητέα κτήρια ή νεότερα μνημεία. Έκτοτε, έγινε προσπάθεια με τροπολογία (που τελικά δεν ψηφίστηκε χάρη στην αντίδραση συναδέλφων την τελευταία στιγμή τον Αύγουστο του 2013 σε θερινό τμήμα της βουλής) να αφαιρεθεί το δικαίωμα εκπόνησης μελέτης και στα ειδικά κτήρια (ακόμα και για αποθήκες!), ενώ τον Οκτώβριο του 2013 με Υ.Α. (55174/13-ΦΕΚ2605/Β/15-10-13) αφαιρέθηκε και το δικαίωμα υπογραφής για εργασίες μικρής κλίμακας στις περιοχές που όριζε ο Ν 4030/11 και σε αυτές προστέθηκαν και οι αρχαιολογικοί χώροι. Επισημαίνουμε ότι οι περιοχές αυτές καλύπτουν πολύ μεγάλο ποσοστό της επικράτειας και σε περιπτώσεις περιλαμβάνουν στο σύνολο τους εγκεκριμένα σχέδια πόλεων. Ταυτόχρονα, δίνεται πλέον η δυνατότητα αφαίρεσης επαγγελματικών δικαιωμάτων σε περιοχές, με αποφάσεις του υπουργείου πολιτισμού.
Κοντολογίς, αυτή τη στιγμή με βάση το πρόσφατο νομοθετικό πλαίσιο σε πολλές περιοχές της χώρας και πρωτεύουσες/πόλεις νομών δεν μπορούμε να υπογράψουμε ούτε για εργασίες μιας απλής περίφραξης οικοπέδου ή εσωτερικών διαρρυθμίσεων, όπως π.χ. τοποθέτηση γυψοσανίδας ή καθαίρεση τοίχου σε διαμέρισμα πολυκατοικίας (προσοχή, όχι μόνο διατηρητέου κτηρίου αλλά και σε κτήρια πολυκατοικιών!).
Εμπεδώνεται δηλαδή σταδιακά στη συνείδηση των πολιτών πως η ειδικότητά μας είναι αναρμόδια ακόμα και για τις απλούστερες των επεμβάσεων στα κτήρια.
Σημειωτέον ότι ο Ν4030/11 ψηφίστηκε σε συνθήκες πολιτικής αστάθειας, αιφνιδιαστικά και χωρίς καμία διαβούλευση, επί υπουργίας Ν. Σηφουνάκη σε μία βουλή υπό διάλυση, μετά την παραίτηση του τότε πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου και πριν αναλάβει ο Λ. Παπαδήμος. Με αυτό το νόμο ως αφετηρία, γίνονται προσπάθειες έκτοτε συστηματικά, να αφαιρεθεί πλήρως το δικαίωμα εκπόνησης αρχιτεκτονικών μελετών από την ειδικότητα του Πολιτικού Μηχανικού.
Παράλληλα, γίνεται προσπάθεια να αφαιρεθεί και το δικαίωμα σύνταξης εξαρτημένων τοπογραφικών διαγραμμάτων (δλδ. τοπογραφικών με συντεταγμένες στο Ελληνικό Γεωδαιτικό Σύστημα Αναφοράς (ΕΓΣΑ ’87), μια πολύ απλή εργασία με τα σύγχρονα συστήματα μέτρησης – γεωδαιτικά gps διπλής συχνότητας, hepos κλπ).
Συνεπώς, αν συνεχιστεί αυτή η πορεία, η Σχολή μας δεν θα πορίζει ουσιαστικά επαγγελματικά δικαιώματα για τα απλά ιδιωτικά έργα. Αυτό, διότι ο όγκος εργασιών ενός τεχνικού γραφείου σε ποσοστό 90 – 95% περίπου, αφορά σε πολεοδομικές και αρχιτεκτονικές εφαρμογές και τοπογραφικές αποτυπώσεις. Οι στατικές μελέτες σε ιδιωτικά έργα δυστυχώς έχουν περιοριστεί δραματικά λόγω της μεγάλης πτώσης της οικοδομικής δραστηριότητας.
Ένα πολύ σημαντικό γεγονός που δεν έχει τονισθεί επαρκώς στις «διαβουλεύσεις» περί ανταγωνισμού και επαγγελματικών δικαιωμάτων είναι πως η ειδικότητα των Πολιτικών Μηχανικών είναι η πολυπληθέστερη ειδικότητα με πολύ μεγάλη διαφορά (30.000 διπλωματούχοι μέλη ΤΕΕ και παράλληλα έχουμε πλέον και μεγάλο πλήθος αποφοίτων από τα ΤΕΙ – σύνολο δηλαδή περίπου 50.000). Αντίθετα, οι Τοπογράφοι Μηχανικοί αριθμούν περίπου 6.000 και οι Αρχιτέκτονες 18.000 εγγεγραμμένα μέλη στο ΤΕΕ (χωρίς να υπάρχει αντίστοιχο ΤΕΙ αρχιτεκτονικής). Επομένως, αν τα επαγγελματικά δικαιώματα της ειδικότητας του Πολιτικού Μηχανικού συρρικνωθούν περαιτέρω, με βάση το νόμο της προσφοράς και ζήτησης, το δίπλωμα του Πολιτικού Μηχανικού δε θα έχει πλέον κανένα απολύτως αντίκρισμα στην αγορά εργασίας. Η μεγάλη δύναμη του διπλώματος του Πολιτικού Μηχανικού ήταν οι πολλές δυνατότητες που έδινε. Όλοι βεβαίως εξειδικευθήκαμε σε συγκεκριμένο τομέα, αλλά είχαμε δυνατότητα επιλογής και ευελιξίας στην αγορά εργασίας.
Για να μην αδικούμε κανέναν, θεωρούμε σωστό να ασχολούνται με ορισμένα πολύ εξειδικευμένα θέματα, όπως π.χ. τα διατηρητέα κτήρια/μνημεία συνάδελφοι που διαθέτουν αντίστοιχη αποδεδειγμένη τεχνογνωσία. Όμως τελικά, οι νόμοι που έχουν ψηφιστεί μέχρι στιγμής, χρησιμοποιώντας προσχηματικά επιχειρήματα, αφορούν πολύ μεγάλο εύρος περιπτώσεων και κυρίως τις πολύ απλές και συνήθεις, ενώ έχουν θεσμοθετηθεί δια νόμου πλέον (Ν.4030/11) και άλλα συνδικαλιστικά αιτήματα ειδικοτήτων όπως του κύριου μελετητή/επιβλέποντα των κτηριακών έργων θέτοντας την ειδικότητά μας στο περιθώριο.
(κύριος μελετητής θεωρείται αυτός που εκπονεί την αρχιτεκτονική μελέτη)
(σημείωση: αναφορικά με τις μελέτες κτηριακών έργων, κατά την έκδοση οικοδομικών αδειών οι μελέτες χρονικού προγραμματισμού και προμέτρησης/προϋπολογισμού αντιμετωπίζονται ως τμήμα της αρχιτεκτονικής μελέτης)
Επισημάνσεις σε σχέση με το υπόμνημα της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών
Στο υπόμνημα επισημαίνεται η διαφοροποίηση απονομής επαγγελματικών δικαιωμάτων μεταξύ ιδιωτικών και δημοσίων έργων και προτείνεται η άρση της. Εδώ πρέπει να αναφερθεί πως τα ιδιωτικά έργα στη συντριπτική πλειοψηφία τους ως προς την πολυπλοκότητα κατατάσσονται στα «συνήθη» και είναι έργα πολύ μικρότερης κλίμακας σε σχέση με τα δημόσια. Επομένως ο διαχωρισμός στα έργα πρέπει να γίνεται ως προς τη φύση και την πολυπλοκότητά τους και όχι βάσει της προέλευσης των κεφαλαίων ή τον ιδιωτικό ή δημόσιο χαρακτήρα τους.
Θεωρούμε βασική έλλειψη του υπομνήματος το γεγονός πως δεν υπογραμμίζεται η ιδιαιτερότητα της χώρας μας ως προς τη σεισμική επικινδυνότητα και την ανάγκη ορθολογικού αρχιτεκτονικού σχεδιασμού για λόγους ασφάλειας και δημοσίου συμφέροντος, γεγονός που μπορεί να είναι εφικτό μόνο εφόσον ο μελετητής έχει καλή γνώση των σχετικών επιστημονικών πεδίων.
Στο υπόμνημα αναφέρονται επιμέρους προβλήματα επαγγελματικών δικαιωμάτων και γίνονται προτάσεις γενικού χαρακτήρα.
Α. Ως πρώτο αναφέρεται ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός και προτείνεται η εκπόνηση των μελετών σε ειδικά σύνθετα κτήρια αποκλειστικά από αρχιτέκτονες. Ουσιαστικά επανέρχεται ένα αίτημα του συνδικαλιστικού φορέα των αρχιτεκτόνων αυτή τη φορά από τη σχολή μας, χωρίς να τονίζεται επαρκώς πως η αγορά διαθέτει ικανότητα αυτορρύθμισης, και στην πράξη στα πολύπλοκα κτηριακά έργα ούτως ή άλλως οι μελέτες εκπονούνται από πολυμελείς ομάδες μηχανικών όλων των ειδικοτήτων.
Β. Στο θέμα των τοπογραφικών αποτυπώσεων προτείνονται γενικά και αόριστα οι μελέτες ανώτερης γεωδαισίας ως αποκλειστική δραστηριότητα των τοπογράφων, χωρίς να γίνεται καμία απολύτως αναφορά στα σύγχρονα συστήματα/μεθόδους μέτρησης και χωρίς να ξεκαθαρίζεται το είδος μελετών αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο αφαίρεσης ακόμα και του δικαιώματος σύνταξης ενός απλού εξαρτημένου τοπογραφικού διαγράμματος ή μιας χάραξης με συντεταγμένες στο ΕΓΣΑ ’87. (Βάσει των τελευταίων νόμων όλα τα τοπογραφικά είναι πλέον εξαρτημένα.)
Τέλος, προτείνονται ως αποκλειστικές δραστηριότητες πολιτικού μηχανικού τα γεωτεχνικά έργα, τα συγκοινωνιακά και υδραυλικά μεγάλης κλίμακας και ο προγραμματισμός και η διαχείριση τεχνικών έργων. Δηλαδή αντικείμενα που σχετίζονται σχεδόν αποκλειστικά με δημόσια έργα.
Κοντολογίς, προτείνεται συρρίκνωση επαγγελματικών δικαιωμάτων στα ιδιωτικά έργα (η οποία ενδέχεται να είναι ευρεία), τα οποία αποτελούν την πλειοψηφία των έργων και ταυτόχρονα αποκλειστικότητα σε εξειδικευμένα ή μεγάλα έργα. Αναφέρονται δε τομείς που αφορούν ελάχιστο ποσοστό συναδέλφων και περιορισμένο επιστημονικό αντικείμενο. Με άλλα λόγια προτείνεται ο νέος Πολιτικός Μηχανικός να καταταχθεί σε κατηγορία ειδικότητας περιορισμένου εύρους όπως γίνεται με αποφοίτους αμφιβόλου ποιότητας πανεπιστημίων του εξωτερικού.
Για να μην πλατειάζουμε άλλο, αυτό που επί της ουσίας θεωρούμε ως διακύβευμα, παρακολουθώντας τις εξελίξεις στο θέμα των επαγγελματικών δικαιωμάτων είναι η πλήρης απαξίωση της ειδικότητας και των σχολών Πολιτικών Μηχανικών και η δραματική υποβάθμιση του ρόλου μας στα ιδιωτικά έργα.
Πιστεύουμε πως η Σχολή Πολιτικών Μηχανικών πρέπει να υπερασπιστεί την ειδικότητα με σαφέστερο και ξεκάθαρο τρόπο. Δεν επιθυμούμε τη συρρίκνωση επαγγελματικών δικαιωμάτων για καμία ειδικότητα, αλλά δε θέλουμε σε καμία περίπτωση να τεθεί η δική μας στο περιθώριο και να βρεθεί ακόμα μεγαλύτερο ποσοστό συναδέλφων στην ανεργία. Δεν είναι δυνατόν γενεές Πολιτικών Μηχανικών να έχουν εκπονήσει τις μελέτες όλων των μεγάλων οικοδομικών έργων της χώρας, και ο νέος επιστήμονας να μην μπορεί να εκπονήσει για παράδειγμα μελέτη ανέγερσης ισογείου κτηρίου γραφείων (ή να χρειάζεται 15 έτη εμπειρία για αυτό). Τούτο όπως καταλαβαίνετε δεν αντέχει σε οποιουδήποτε είδους κριτική.
Η αρχιτεκτονική μελέτη πρέπει να παραμείνει ως μία από τις δραστηριότητες του Πολιτικού Μηχανικού προκειμένου να έχουν και οι απόφοιτοι της Σχολής μας τη δυνατότητα εργασίας στο ελεύθερο επάγγελμα, ισότιμα με τους απόφοιτους των άλλων ειδικοτήτων. Για το σκοπό αυτό, προτείνουμε την προσθήκη στο πρόγραμμα σπουδών, ενός επιπλέον υποχρεωτικού μαθήματος αρχιτεκτονικής σύνθεσης και ενός κατ’ επιλογή υποχρεωτικού ιστορίας της τέχνης. Με αυτόν τον τρόπο θα αποδυναμωθεί το επιχείρημα έλλειψης γνωστικού υπόβαθρου στο σχετικό αντικείμενο, χωρίς να γίνει ουσιαστική αλλοίωση του προγράμματος σπουδών της Σχολής μας (το πρόγραμμα σπουδών της Σχολής όπως το θυμόμαστε είχε 65 μαθήματα περίπου + διπλωματική εργασία) και θα σταματήσει οριστικά η συκοφάντηση και απαξίωση της ειδικότητας του Πολιτικού Μηχανικού σε σχέση με τη μελέτη κτηριακών έργων.
Σε σχέση με τις τοπογραφικές αποτυπώσεις οι γνώσεις που παρέχονται στα σχετικά μαθήματα της Σχολής μας είναι αναμφισβήτητα υπεραρκετές.
Επίσης, όσον αφορά τον τρόπο απονομής επαγγελματικών δικαιωμάτων, θα πρέπει να δούμε με ιδιαίτερη προσοχή το σύστημα με τις εξετάσεις, ώστε να μην εκφυλλισθεί σε μέθοδο συνεχών πιστοποιήσεων. Ο Έλληνας Πολιτικός Μηχανικός είναι αποδεδειγμένα μια σεβαστή επιστημονική οντότητα που δεν έχει ανάγκη τη συνεχή επιβεβαίωση της επάρκειάς του.
Τέλος, αναρωτιόμαστε τι προτείνεται από την επιτροπή ανταγωνισμού για Μηχανικούς με πολυετή εμπειρία που έχουν εκπονήσει μελέτες για δεκάδες ιδιωτικά κτήρια ή άλλα συναφή έργα. Ό,τι έκαναν ως τώρα ήταν καλώς καμωμένο και από εδώ και πέρα στερούνται πλέον των δικαιωμάτων τους ή εξακολουθούν να διατηρούν τα κεκτημένα, ενώ οι νέοι Πολιτικοί Μηχανικοί, ειρήσθω εν παρόδω σε περιόδους οικονομικής κρίσης, θα πρέπει να αναζητούν συνεργασία (με επαχθείς φυσικά όρους) με μεγάλα Αρχιτεκτονικά γραφεία, και τα πενιχρότατα εισοδήματα τους να τα καταθέτουν στα ταμεία φορέων πιστοποίησης;